Πρόλογος του Εκδότη (1)


       Σ’ αὐτὸ τὸ γραπτό, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ ἔτος 1848, ἡ ἀπαίτηση τοῦ νὰ εἶναι κανεὶς Χριστιανός, εἶναι ἐξωθημένη πρὸς τὰ ὕψη, ἀρχίζοντας, τὶς θεολογικὲς ἐξηγήσεις, ἀπ’ τὰ ψευδώνυμα  συγγράμματα (2) μέχρι τὸν πιὸ ὑψηλὸ βαθμὸ τοῦ ἰδανικοῦ, τὴν ἄμεση πρόσκληση πρὸς ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς γιὰ τὴν πραγμάτωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.
       Ἡ Πίστη εἶναι ἀποτέλεσμα ἑνὸς ἅλματος, ἑνὸς ρίσκου. Καὶ ἡ πίστη δὲν μπορεῖ νὰ μείνει ἀκίνητη. Χρειάζεται τροφὴ γιὰ νὰ ἐπιβιώσει. Αὐτὴ ἡ μέγιστη ἀνάγκη, ἡ ἀπαίτηση, ἑρμηνεύεται ὡς πραγμάτωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἡ πραγμάτωση λέγεται καὶ “Ἀκολουθία” καὶ “βίωση τοῦ παρόντος μὲ τὸν Χριστό”, “ταυτοχρονισμὸς μὲ τὸν Χριστό”.
       Ἡ καινούρια ζωὴ ἀπαιτεῖ καθαρισμὸ τῆς ψυχῆς. Ὁ καθαρισμὸς προϋποθέτει ὁμολογία τῶν ἁμαρτιῶν καὶ αἴτηση συγχώρισής των ἀπὸ τὸν Θεό, μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι δὲν θὰ ἐπαναληφθοῦν. Στόχος εἶναι ἡ ἐπίτευξη τοῦ ἰδανικοῦ. Ἀλλὰ μόλις ἀφήνει κανεῖς πίσω του τὴν συγγνώμη, τὴν “Συμφιλίωση” μὲ τὸν Θεό, τὴν δύναμη τῆς θ. Χάριτος, ἔχει γεμίσει τὴν συνείδησή του μὲ νέες ἀστοχίες. Πῶς νὰ χτυπήσει κάποιος τὴν πόρτα τῆς θ. Χάριτος ἐκ νέου; Καὶ δὲν ἀρκεῖ αὐτό. Ἡ ἀπελπισία του βρίσκεται στὴν σκέψη ὅτι δὲν θὰ χρειαστεῖ ἁπλῶς ξανὰ καὶ ξανὰ τὴν θ. Χάρη, ἀλλὰ ἡ κατάσταση θὰ ἔχει μέλλον. Θὰ χρειαστεῖ τὴν θ. Χάρη καὶ στὸ μέλλον.
       Γι' αὐτὸ εἶναι τὸ Ἅγ. Πνεῦμα δίπλα μας. Τὸ Ἅγ. Πνεῦμα εἶναι ὁ “Παρηγορητής” μας. Δὲν εἶναι μόνον “ζωῆς χορηγός”, αὐτὸ ποὺ μᾶς δίδει δύναμη στὸ νὰ ἀπονεκρώνουμε τὰ πάθη, ἀλλὰ εἶναι ἐπίσης καὶ ὁ “Παρηγορητὴς” σὲ σχέση μὲ τὸν “Ἀκόλουθο”. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ “Λυτρωτής” τῶν παρελθόντων καὶ τὸ “Πρότυπο” γιὰ τὰ μελλοντικά.
       Τότε αἰσθάνομαι νὰ πνίγομαι, διότι ἀρχίζουν τὰ δύσκολα: Χρειάζομαι δίπλα μου διαρκῶς τὸν “Λυτρωτὴ” καί, ταυτόχρονα, τὸ “Πρότυπο”. Πῶς νὰ ἀκολουθῶ ἕνα τέτοιο “Πρότυπο”, ὅταν στὴ σκέψη μου, γιὰ σύγκριση, ἔχω τὴν ἀνάγκη μου γιὰ τὸν “Λυτρωτή”; Γι' αὐτὸ εἶναι τὸ ἅγ. Πνεῦμα ὁ “Παρηγορητής”.
       Ἐν τούτοις ἡ ἀπαίτηση αὐτὴ πρέπει νὰ ἐκφρασθεῖ, νὰ σκιαγραφεῖ, νὰ ἀκουστεῖ. Ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἀπαίτηση δὲν ἐπιτρέπεται τίποτα νὰ παζαρέψουμε χριστιανικά, ὅπως ἐπίσης δὲν ἐπιτρέπεται -ἀντὶ νὰ κάνουμε ξεκαθαρίσματα καὶ παραδοχές- νὰ τὴν ἀποσιωπήσουμε.
       Πρέπει νὰ ἀκούσουμε τὴν ἀπαίτηση, τοῦ νὰ γίνουμε δηλ. σωστοί, ἀλλά, τὸ δυσκολότερο, καὶ νὰ παραμείνουμε Χριστιανοί. Ὅλα αυτά, τὰ ὁποῖα λέχθηκαν, τὰ καταλαβαίνω σὰν νὰ λέχθηκαν εἰδικὰ σὲ ’μένα -γιὰ νὰ μάθω, ὄχι νὰ καταφεύγω ἁπλὰ στὴν «Χάρη», ἀλλὰ νὰ τὴν ἐμπιστεύομαι σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ τὴ χρησιμοποιῶ.(3)

 

(1) Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Προλόγου τοῦ Ἐκδότη ἐμπλουτίστηκε μὲ σκέψεις τοῦ Κίερκεγκωρ ἐπὶ τοῦ θέματος, ἀπὸ τὰ  “Ἡμερολόγιά” του: ΝΒ27 Χ5Α 44, ΝΒ25 Χ4Α 491 κ.ἄ.

(2) Τὰ ψευδώνυμα ἔργα του δὲν ἐμπεριέχουν τὶς δικές του σκέψεις, πεποιθήσεις. Σ' αὐτὰ παρουσιάζονται σκέψεις, τὶς ὁποῖες ὁ μελετητὴς καλεῖται νὰ ἐλέγξει, νὰ ἐπιλέξει μὲ δική του εὐθύνη, ἀνεπηρέαστος ἀπὸ τὸν οἱονδήποτε συγγραφέα τους, νὰ ἐπιλέξει ποιὰ ἀνθρωπολογία ζωῆς τοῦ ταιριάζει, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι τὸν προέτρεψε σ' αὐτό ὁ Κίερκεγκωρ.

(3) Ἡ Ἐξιλέωση εἶναι σοβαρὸ θέμα καὶ ἀπαιτεῖ κάθε μας προσπάθεια. Ὅμως, ὅταν γίνεται ἡ ἐπίκληση τῆς θ. Χάριτος, π.χ. ὅταν “χρησιμοποιοῦμε” τὴν θεία Χάρι, μέσῳ ἱερῶν προσώπων, “προκειμένου νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ κάθε προσπάθεια, τότε ἡ ἐνέργειά μας αὐτὴ γίνεται ὅ,τι πιὸ ἄθλια, εὐτελὴς, βδελυρὴ ἐνέργεια μπορεῖ νὰ γίνει” (πρβλ. NB25 :92 1852, SKS 24, 508).


S. K.