KierkegardHeader

 

Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ βαθμὸς βιώματος καὶ ἐμπειρίας
     Ὁ Κίερκεγκωρ ἀκολούθησε ἕναν πολὺ αὐστηρὸ δρόμο, ὅμως γνωρίζοντας τὴν σκληρὴ κριτικὴ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συνοδεύσει τὴν χριστολογικὴ θέση του (γιὰ τὴν νομιμότητά της, τὴν μονομέρεια, τὶς εὐσεβιστικές στενωπούς, τὰ ἀντιεκκλησιαστικὰ πλάνα κλπ), κριτικὴ ποὺ δὲν ἦταν πάντα λάθος, ἦταν πολὺ προσεκτικὸς στὴν διαλεκτική του, ἀξιολογοῦσε τὰ βήματά του, ὥστε νὰ μὴν εἶναι πολὺ βιαστικὸς στὴν προσαρμογὴ τῶν νέων θέσεων, γιὰ νὰ μὴν παρεξηγηθεῖ.
    Ἕνα θέμα πρέπει ἐν προκειμένῳ νὰ λάβουμε ὑπ' ὄψη. Πῶς ἄλλαξαν τὸν Χριστιανισμὸ τὰ διέξοδα καὶ οἱ προϋποθέσεις τῆς πραγματικότητας τοῦ 19ου αἰῶνα, ποὺ ἀνάγκασαν τὸν Κ. νὰ ὑπερασπιστεῖ θέσεις ἐναντίον τῆς Χριστιανοσύνης;
     Τὸ ἀγνώριστο, τὸ Inkognito τοῦ Θε-ανθρώπου εἶναι ἡ μοντέρνα μορφὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ φέρνει πρὸ τῶν καλλιτεχνῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνα γιὰ νὰ περιγράψουν. Γιὰ νὰ τὴν ἀνακαλύψει, ἔπρεπε ὁ ἴδιος νὰ ἀσκήσει βία στὸν ἑαυτό του γιὰ νὰ ἀντέξει καὶ διατηρήσει μέχρι τὸ τέλος, γιὰ νὰ φέρει εἰς πέρας τὴν ριζοσπαστικότητα της, ἡ ὁποία, ἐν τέλει, παρουσιάζονταν ὡς ἀναγκαιότητα καὶ ὑποχρέωση, ὥστε νὰ δικαιολογήσει τὴν ἀνυπόκριτη ἀγάπη καὶ τὴν ἀληθινὴ συμπόνοια.  
     Σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο θὰ πρέπει νὰ διαρρύξουμε τὸν ἀναγκαστικό δακτύλιο, τὸν κλειό, ποὺ ἔθεσε ὁ Κ. γύρω ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Μποροῦμε νὰ διατηρήσουμε τὸν ταυτοχρονισμό, τὴν συγχρονικότητα, χωρὶς νὰ πρέπει νὰ ἐξορίσουμε τὶς ἀπελευθερωτικές στιγμές τῆς ἱστορικῆς κριτικῆς. Μποροῦμε νὰ διατηρήσουμε σὲ ἰσχύ τὴν ἀποφασιστικῆς σημασίας ἀπαίτησή του γιά: “Σκανδαλισμὸς ἤ Πίστη”, χωρὶς νὰ γυρίζουμε, γεμᾶτοι φόβο, τὴν πλάτη στὰ δικά μας κοινωνικὰ συμφραζόμενα. Μποροῦμε τὴν εἰκόνα τοῦ πάσχοντος Χριστοῦ σὲ ὅλη της τὴν ἐπικαιρότητα καὶ τὸ ἀναντικατάστατό της νὰ τὴν βιώσουμε, χωρὶς νὰ προωθήσουμε μιὰ μονόπλευρη, μονομερὴ Θεολογία τοῦ ἄλγους, τῆς θλίψης καὶ τοῦ πόνου. Διότι τὸ ζητούμενο τοῦ Χριστιανισμοῦ εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση ἀπὸ τοὺς δικούς μας κλοιούς, κρίκους καὶ δεσμούς.

     Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν θέλει νὰ μυήσει σὲ κάποιο κίνημα φυγῆς, ἀλλὰ νὰ φέρει στὸν σωστὸ δρόμο, στὸ νὰ γίνει δηλ. κανεὶς ἕνας ὁλοκληρωμένος καὶ στ' ἀλήθεια ἕνας Χριστιανός. 
...............................................................

 

.................................................................................................................................................. 

Ἡ “Εἰκόνα” τοῦ Ἰησοῦ, ἀπὸ τὶς “Ἐποικοδομητικὲς Ὁμιλίες”, ὅπως: Λουκ. 7,47_1 Πέτρ. 4,7-8_Ματθ. 6, 24–34 κ.ἄ.

(Papirer X 5 B 115, Synderinden” 1850) („Ἡ πίστη σου “ Λουκ. 7,47) fælleskøn, genus commune, κοινὸ γραμματικὸ γένος (ἀρσενικοθήλυκο)

...hun gaaer heel op i Eet, ”Eet” er hendes Element (eet Ønske, een Tanke, o.s.v.), hun har overveiende Følelse og Lidenskab, hun har Hjerte, og fra Hjertet, udgaaer, i forskjellig Forstand, Livet.”

existensdialektisk

Ἡ ἁμαρτωλὴ καὶ ἡ πίστη ποὺ σώζει.

 

1 Petr. IV, 7,8: “Die Liebe wird decken der Sünden Mannigfaltigkeit“
                        „Die Liebe decket auch der Sünden Mannigfaltigkeit“
                        „Ὅτι ἡ ἀγάπη καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν”
                        „Thi ”kærlighed skjuler en mangfoldighed af synder.” “

 

:::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::

Καὶ μία "ἄλλη" προτεσταντικὴ ἑρμηνεία:

1_Ε. Erbauliche Reden
Erbauliche Reden (1850 - 1851)
Zur Selbstprüfung der Gegenwart anbefohlen, Urteilt selbst
(Übersetzt von Emanuel Hirsch)
Forderung und Gnade,
Vergebungsglauben und Nachfolge Christi,
Gesetz und Evangelium.
8 „Die erbauliche Rede über die Sünderin ist von Kierkegaard veröffentlicht worden als Begleitschrift zur „Einübung im Christentum“. Er setzt also voraus, daß der Leser hier die harten Reden der Einübung über die Gleichzeitigkeit mit Jesus hat.“
Λουκᾶ ζ 37-50
2 „Der begründete Satz „denn sie hat viel geliebt“ wird von der reformatorischen Theologie vom Erkenntnisgrunde verstanden: die Tatsache der großen reuigen Liebe des Weibes erzwingt den Schluß, daß sie - aus reiner göttlicher Gnade - eine große Vergebung empfangen hat. In der gegenreformatorischen Theologie wird der Satz von Sachgrund verstanden: die große reuige Liebe des Weibes ist eine vorbereitende Disposition, durch die sie gemäß der göttlichen Gnadenordnung sich den Empfang der Vergebung gleichsam erwirbt. Die Sünderin, auf reformatorische Weise gedeutet, ist im gesamten evangelischen Pietismus als Urbild der in Reue die Vergebung empfangenden menschlichen Seele eine Lieblingsgestalt geworden. In dieser ihm durch seine Erziehung zugekommenen pietistischen Überlieferung steht auch Kierkegaard.“  

.....................................................................................................

Abendmahlrede am Freitag: An jedem Freitag um 9 Uhr wurde in der Vor Frue Kirke in Kph. Ein Beicht- und Abendmahlsgottesdienst gefeiert. Außer der Beichtrede (während der Beichthandlung) wurde vor dem Abendmahl eine kurze Predigt gehalten.
Andacht: Εὐλάβεια, Κατάνυξη.
Die Abendmahlsfeier am Freitag war als Buß- und Bettag in Erinnerung an den Karfreitag gedacht.
Drei Reden bei gedachten Gelegenheiten von 1845,
Eine Gelegenheitsrede.
Erbauliche Reden in verschiedenem Geist (359 Seite. 13 März 1847). Sie bestehen aus drei Abt. mit separater Paginierung: „Eine Gelegenheitsrede“, „Was wir lernen von den Lilien auf dem Felde und den Vögeln des Himmels. Drei Reden“, „Das Evangelium der Leiden. Christliche Reden“.

Abendmahlsreden   s. 217, … 228
Kierkegaards deiktische Theologie


Kierkegaards Abendmahlsreden der Versuch, Realpräsenz zu vollziehen (und nicht zu zitieren, zu fordern, zu beweisen etc.).

Lessingfrage 3.Das Urteil des Vaters  s.321

Im Blick auf die klassische Christologie ebenso wie im Blick auf das Problem der historischen Jesusforschung, wie sie Kierkegaard in der ,Lessingfrage‘ der Philosophischen Brocken und der Nachschrift bereits zum Gegenstand einer kritischen Neufassung der Christologie gemacht hatte, lässt sich darüber hinaus fragen, ob nicht Paradoxchristologie und Zweinaturenlehre gleichermaßen durch die Christologie der Reden in neuem Licht erscheinen.
16α. Ἡ “Εἰκόνα” τοῦ Ἰησοῦ, Μεσίτης,
16β. Ἡ “Εἰκόνα” τοῦ Ἰησοῦ, “Ὁ Σταυρωμένος Θεός”,
16γ. Ἡ “Εἰκόνα” τοῦ Ἰησοῦ, ἀπὸ τὶς “Ἐποικοδομητικὲς Ὁμιλίες”, ὅπως: Λουκ.
        7,47_1 Πέτρ. 4,7-8_Ματθ. 6, 24–34  κ. ἄ,
16δ. Ἡ “Εἰκόνα” τοῦ Ἰησοῦ, “Inkoglito”,
16ε. Ἡ “Εἰκόνα” τοῦ Ἰησοῦ, Samtidighed- Gleizeitigkeit-Ταυτοχρονισμός=Ἡ
        ταυτόχρονη βίωση τοῦ παρόντος μὲ τὸν Χριστό,
16στ. Ἡ “Εἰκόνα” τοῦ Ἰησοῦ, Realpräsenz, "Χριστολογία τοῦ Παραδόξου,
          Paradoxchristologie und Zweinaturenlehre", Eksistentiel-dialektisk ἀντὶ
         Transzendenz)- ὑπερβατικὴ συνείδηση, “Σκανδαλισμὸς ἤ Πίστη”, “Εὐαγγέλιο
         τοῦ πάθους” (Θεολογία τοῦ ἄλγους, τῆς θλίψης καὶ τοῦ πόνου, τὸ ὀνομάζουν
         εἰρωνικὰ οἱ Εὐαγγ.-Λουθηρανοὶ) κ.ἄ.

::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::

     Διαπιστώνοντας αὐτὰ τὰ ὁποῖα πρέσβευε ὁ Gruntvig, εἶναι σὰν νὰ διαβάζω τὴν ἑρμηνεία τοῦ Λουθήρου στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἀπ. Παύλου!

Μαρτίνος Λούθηρος (1483 – 1546) | TeensGeneration.com – Θέματα σχετικά με την πίστη – βιβλικά θεμελιωμένα και πρακτικά
“Όταν ο Λούθηρος αρχίζει να μελετά την Επιστολή προς Ρωμαίους, για τις διαλέξεις του στο πανεπιστήμιο, κάνει μια σημαντική ανακάλυψη, μέσα από την οποία ο ίδιος ο Θεός απαντά στην μεγάλη ερώτησή του. Διαβάζει από το πρότυπο κείμενο στην ελληνική γλώσσα (Ρωμαίους 1:17): «Δικαιοσύνη γαρ Θεού εν αυτώ αποκαλύπτεται εκ πίστεως εις πίστιν, καθώς γέγραπται• ο δε δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται.» (Νεοελληνικά: «Γιατί στο Ευαγγέλιο αποκαλύπτεται ότι ο Θεός δικαιώνει τον άνθρωπο, αρκεί αυτός να πιστέψει ολοκληρωτικά στο Θεό. Όπως λέει και η Γραφή: Ο δίκαιος εξαιτίας της πίστεώς του θα ζήσει.»)
Για πολύ ώρα σκέφτεται πάνω σ’ αυτό το εδάφιο. Και τελικά, καταλαβαίνει ξεκάθαρα το μήνυμά του: γίνομαι δίκαιος μέσω της πίστης! Αν πιστεύω στον Ιησού Χριστό, ο Θεός μού συγχωρεί τις αμαρτίες μου. Σώζομαι μέσω στης πίστης! Ο Ιησούς έχει ήδη πληρώσει γι’ αυτές πάνω στο σταυρό. Δεν χρειάζεται να κάνω πια εγώ κάτι! Είμαι δίκαιος ενώπιον του Θεού μέσω της πίστης στον Ιησού Χριστό!
Επιτέλους, ο Λούθηρος πήρε την απάντηση στα ερωτήματά του «Πώς μπορώ να σταθώ μπροστά στον δίκαιο Κριτή; Πώς μπορώ να κερδίσω την εύνοια του Θεού;» Όμως δεν είναι και τόσο εύκολο να αποβάλει τις συνήθειές του. Αυτό ήταν μια επώδυνη διαδικασία. Θέλει να είναι ένας πραγματικά πιστός και υπάκουος Αυγουστινιανός μοναχός.
Αλλά η αναγνώριση της χάρης του Θεού άλλαξε την καρδιά του. Τώρα είναι πια σίγουρος ότι οι αμαρτίες του έχουν συγχωρεθεί. Τώρα ξέρει ότι αφού ο Θεός τον έσωσε, θα πάει στον παράδεισο.
Είναι πια ένας ευτυχισμένος και χαρούμενος άνθρωπος. Πριν, τα πάντα ήταν δύσκολα και άσκοπα, επειδή ποτέ δεν ήταν σίγουρος για το αν ο Θεός θα του έδειχνε έλεος. Αλλά τώρα, ο Θεός του είχε δείξει την αλήθεια.
Αυτό πρέπει να το μάθουν όλοι οι άνθρωποι! Διδάσκει τους μαθητές του τη χάρη και τη συγχώρεση του Θεού, κηρύττει στην εκκλησία του – και τα γραπτά του εξαπλώνονται γρήγορα σαν πυρκαγιά. Οι άνθρωποι είναι ενθουσιασμένοι. Σ’ όλη την Ευρώπη διαβάζονται τα γραπτά του, και παντού δίνουν και παίρνουν οι συζητήσεις.”
Ἑπομένως, ὁ Grundtvig εἶχε δίκιο νὰ τὰ κηρύσσει αὐτά! Ἦταν ἕνας σωστὸς Λουθηρανός. Ὁ Κίερκεγκωρ ἦταν ὁ σχισματικὸς Λουθηρανός!
Γ. Φλορόφσκι
Η προς Ρωμαίους Επιστολή είναι ένα από τα σπουδαιότερα κείμενα στα οποία παραπέμπουν oι εμπλεκόμενοι σ’ αυτήν τη διάσταση. Αυτή η επιστολή και η προς Γαλάτας Επιστολή αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε ο Λούθηρος για να διατυπώσει το δόγμα του για την πίστη και τη δικαίωση, ένα δόγμα που ο ίδιος το χαρακτήρισε στον πρόλογο στα Λατινικά κείμενά του ως μια εντελώς καινούρια κατανόηση της Αγίας Γραφής.
....Είναι πιο πολύ η περί προορισμού, ακαταγωνίστου χάριτος, διδασκαλία του Αγ. Αὐγουστίνου.
Το ότι η σωτηρία ήταν το άνευ όρων δώρο του Θεού στον άνθρωπο και το ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται εκ πίστεως, δεν υπήρξε ποτέ ένα πρόβλημα στον αρχαίο Χριστιανισμό. Αλλά από την προοπτική και την ειδική έμφαση του Λουθήρου, κάθε μορφή «έργων», ιδιαίτερα των έργων των μοναχών κατά τον ασκητικό τους αγώνα, θεωρήθηκε ότι αντιφάσκει στην άνευ όρων φύση της χάριτος και στην άνευ όρων δωρεά της σωτηρίας.
Αν κάποιος στ’ αλήθεια δικαιώνονταν εκ πίστεως, τότε έτσι σκέφτονταν ο Λούθηρος- ο άνθρωπος δεν δικαιώνεται «εξ έργων». Για το Λούθηρο «η δικαίωσις εκ πίστεως» σήμαινε μια εξωτερική δικαίωση, μια δικαίωση πλήρως ανεξάρτητη από κάθε εσωτερική μεταβολή μέσα στα βάθη τηςπνευματικής ζωής ενός προσώπου. Για το Λούθηρο «το δικαιούν» σήμαινε το να δηλώσεις ότι κάποιος είναι δίκαιος ή ενάρετος, όχι το να τον «κάνεις» δίκαιο ή ενάρετο -αυτό δείχνει ενδιαφέρον για μια εξ

Ο Θεός είναι ο ενεργών, η αιτία, αυτός που αρχίζει, αυτός που συμπληρώνει κάθε λυτρωτική δραστηριότητα. Αλλά ο άνθρωπος είναι εκείνος που πρέπει να ανταποκριθεί πνευματικά στην άνευ όρων δωρεά της χάριτος.

:


Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση

Συνδεθείτε

Άλμπουμ - Κατηγορίες

Φωτο - Αλμπουμ