KierkegardHeader

Ich bin, ich weiß nicht wer,
Ich komme, ich weiß nicht woher,
Ich gehe, ich weiß nicht wohin,
Ich sterb’, ich weiss nicht wann,
Mich wundert’s, dass ich so fröhlich bin!

 

“Εἶμαι, δὲν ξέρω ποιός,
Ἔρχομαι, δὲν ξέρω ἀπὸ ποῦ,
Πηγαίνω, δὲν ξέρω πρὸς τὰ ποῦ,
Πεθαίνω, δὲν ξέρω πότε,
Ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι, πῶς καὶ εἶμαι τόσο χαρούμενος!”

(Μεσαιωνικὸ ποίημα, δύο φορὲς τὸ ἀναφέρει ὁ K. Jaspers, τὸ συναντᾶ ὅμως κανεὶς καὶ σὲ ἄλλους συγγραφεῖς)

........................................................................

Τὸ Ἆγχος - ἡ Ἀγωνία, ἡ Ἐλευθερία, τὸ Ἅλμα

   "Τὸ ἄγχος μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὴ ζάλη. Αὐτὸς ποὺ τὸ μάτι του τυχαίνει νὰ κοιτάζει κάτω, στὸ χάσμα τῆς ἀβύσσου, ζαλίζεται. Ἀλλά ποιὸς εἶναι ὁ λόγος γι' αὐτό; Ὁ λόγος βρίσκεται τόσο στὰ μάτια του ὅσο καὶ στὴν ἄβυσσο, γιατί, ἂς ὑποθέσουμε, ὅτι δὲν εἶχε κοιτάξει κάτω, τότε δὲν θὰ εἶχε συμβεῖ τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτά. Ὡς ἐκ τούτου, τὸ άγχος εἶναι ἡ ζάλη τῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία προκύπτει, ὅταν τὸ μυαλὸ θέλει νὰ ρυθμίσει τὴ σύνθεση καὶ ἡ ἐλευθερία κοιτάζει πρὸς τὰ κάτω, κάτω ἀπὸ τὴ δική της δυνατότητα, καὶ ἁρπάζει τὸ πεπερασμένο γιὰ νὰ ὑποστηρίξει τὸν ἑαυτό της. Ἡ ἐλευθερία ὑποκύπτει σὲ αὐτὴ τὴ ζάλη. Πιὸ πέρα ἀπὸ αὐτό, ἡ ψυχολογία δὲν μπορεῖ νὰ προχωρήσει, καὶ δὲν θὰ τὸ κάνει. Ἐκείνη ἀκριβῶς τὴ στιγμὴ ὅλα ἀλλάζουν, καὶ ἡ ἐλευθερία, ὅταν ξανὰ ἀνατέλλει, βλέπει ὅτι εἶναι ἔνοχη. Ἀνάμεσα σὲ αὐτὲς τὶς δύο στιγμὲς βρίσκεται τὸ ἅλμα, τὸ ὁποῖο καμία ἐπιστήμη δὲν ἔχει ἐξηγήσει καὶ τὸ ὁποῖο καμία ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κάνει."
(«Begrebet Angest» «Ἡ Ἔννοια τῆς Ἀγωνίας», (1844) Søren Kierkegaard, ὡς Vigilius Haufniensis).

........................................................................

«Ἂς μιλήσουμε λιγάκι σὰν Ἕλληνες. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι ἕνα παιδὶ δέχθηκε ἕνα ἀργυρὸ δῶρο, διαλέγοντας ἀνάμεσα σὲ ἕνα καλὸ βιβλίο, γιὰ παράδειγμα, ἤ ἕνα παιχνίδι, ποὺ εἶχαν τὴν ἴδια τιμή· ἀλλά, ἂν τοῦ ἀγόρασαν τὸ παιχνίδι, μπορεῖ μὲ τὰ ἴδια χρήματα νὰ τοῦ ἀγοράσουν τὸ βιβλίο; Ἀσφαλῶς ὄχι· ἐπειδὴ τὸ χρῆμα ἔχει ἤδη δαπανηθεῖ. Ἀλλὰ μπορεῖ νὰ βρεῖ τὸν βιβλιοπώλη καὶ νὰ τοῦ ζητήσει ἄν θέλει νὰ ἀνταλλάξει τὸ παιχνίδι μὲ τὸ βιβλίο. Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι ὁ βιβλιοπώλης ἀποκρίνεται: Ἀγαπητό μου παιδί τὸ παιχνίδι σου δὲν ἔχει πιὰ καμιὰ ἀξία· βέβαια, ἄν κατεῖχες ἀκόμα τὰ χρήματα, θὰ μποροῦσες νὰ ἀγοράσεις τὸ βιβλίο ἤ τὸ παιχνίδι· ἀλλὰ τὸ χαρακτηριστικὸ μὲ τὸ παιχνίδι εἶναι ὅτι, ἅπαξ καὶ ἀγοραστεῖ, χάνει κάθε ἀξία. Ἄραγε τὸ παιδί θὰ σκεφτεῖ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀλλόκοτο; Ἐπίσης, ἦταν μιὰ ἐποχὴ πού, μὲ τὴν ἴδια τιμή, ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε νὰ ἐξαγοράσει τόσο τὴν ἐλευθερία, ὅσο καὶ τὴν ἀ(ν)ελευθερία, ἦταν ἡ ἐλεύθερη ἐκλογὴ τῆς ψυχῆς καὶ ἡ ἐγκατάλειψη στὴν ἐκλογή. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἐκλέγει τὴν ἀ(ν)ελευθερία.» (Σαῖρεν Κίρκεγκωρ, Φιλοσοφικὰ ψιχία ἢ κνήσματα καὶ περιτμήματα, μετάφραση Κωστὴς Παπαγιώργης, Ἐκδόσεις Καστανιώτη, 1998, σελ. 30ἑξ.)                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                  
       «Ἡ ἐφευρετικότητα τῆς ἔννοιας τῆς ἐλευθερίας τοῦ Κίερκεγκωρ συνίσταται στὸ ὅτι, χωρίς νὰ περιορίζεται αὐτὴ ἡ διαδικασία σὲ μία ἀπὸ τὶς αὐθαίρετες ἐπιλογές, δίνει στὴν ἐλευθερία μιὰ θέση, ἀκόμη καὶ στὴν πιὸ βαθιὰ ἤ ἁπόλυτα βασικὴ ἀφήγηση, τὴν ὁποία τὸ πρόσωπο, ὡς-ἀφηγηματικὸς-χαρακτήρας, ἐν μέρει ὁ ἴδιος γράφει (σὲ διαπραγμάτευση μὲ τοὺς τακτικοὺς περιορισμοὺς τῆς φύσης καὶ τὶς διασταυρούμενες ἀφηγήσεις τῶν πολλαπλῶν κοινωνικῶν πλαισίων της). Ἑπομένως, αὐτὴ ἡ βασικὴ ἀφήγηση δὲν εἶναι τυχαῖα, ἀλλὰ οὔτε καὶ μιὰ σταθερὴ «οὐσία». Ἀκόμα καὶ στὸ ἀπόλυτο ἐπίπεδο προσωπικῆς ταυτότητας, δὲν παίζουμε ἁπλῶς ἕναν προκαθορισμένο ρόλο.» («Πρὸς μία ὑπαρξιακὴ Ἀρετὴ τῆς Ἠθικῆς», τοῦ Davenport.)

....................................................................................................  

Τὸ ἀναπόφευκτο καθῆκον τοῦ ἀνθρώπου εἶναι:
νὰ αὐτοδημιουργήσῃ τὴν ὕπαρξίν του.

(Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Νικ. Α. Νησιώτη, Ὑπαρξισμὸς καὶ Χριστιανικὴ Πίστις (σσ. 64ἑἑξ.) )

      “Ἡ ἀσθένεια πρὸς θάνατον” εἶναι τὸ κοινὸν χαρακτηριστικὸν ὅλων τῶν θνητῶν. Τὸ μικρόβιον τῆς ἀπελπισίας πλήσσει πάντας ἄνευ διακρίσεως. Ὑπάρχει ὅμως ἀπελπισία ἀσυνείδητος καὶ συνειδητή, καταστρεπτικὴ καὶ εὐεργετική, ναρκωτικὴ καὶ διεγερτική, πρὸς ἀπώλειαν καὶ πρὸς σωτηρίαν. Ἡ ὑγεία ἐν τῇ πνευματικῇ ὑποστάσει τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀνύπαρκτος.
   ...Δὲν ὑπάρχει κατὰ ταῦτα σωτηρία ἀπὸ τῆς ἀπελπισίας· καὶ τοῦτο συμβαίνει, διότι ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸς καθ' ἑαυτὸν πολίτης δύο κόσμων· διότι ἡ ὕπαρξις αὐτοῦ εἶναι σύνθετος ἐκ χρονικοῦ καὶ αἰωνίου (VIII, 28). Τοῦτο σημαίνει σχέσιν· ἀλλ' ἡ σχέσις αὕτη συνιστᾷ τὴν οὐσίαν τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι αὐτὴ αὕτη ἡ ἐλευθερία, διότι προβάλλει πρὸ τοῦ ἀνθρώπου τὸ δίλημμα τῆς ἐν ἀπολύτῳ ἐλευθερίᾳ ἐκλογῆς μεταξὺ τῶν δύο·   
ἀλλ' ἐνῷ ἐκλέγει τις τὴν πρώτην, ἡ δευτέρα ρίπτει εἰς ἀπελπισίαν καὶ τἀνάπαλιν.

Ἡ λέξη, κλειδί, ἀνιχνευτής, ἑρμηνευτής τοῦ διλήμματος, τοῦ θέματος-προβλήματος “Ἐλευθερία” εἶναι: Θάνατος.

      Ἡ ἀπελπισία εἶναι κατάστασις συμφυὴς μετὰ τῆς ὑπάρξεως – θὰ ἴδωμεν κατωτέρω διατὶ – ἀλλ' ἐκδηλοῦται ὡς ἀσθένεια πρὸς θάνατον κατ' ἐξοχὴν ἐν τῇ ὑπερτονίσει τῆς μιᾶς ἐκ τῶν δύο τούτων τάσεων τῆς ἐλευθερίας [τοῦ αἰωνίου καὶ τοῦ χρονικοῦ]. Οὕτω δυνάμεθα νὰ ἀντιληφθῶμεν τὰς φράσεις του [τοῦ Κίερκεγκωρ]. “Ἡ ἔλλειψις εἰς ἄπειρον εἶναι ἀπηλπισμένη ὁροθέτησις, περιορισμός... Ἡ ἀπελπισία τοῦ πεπερασμένου ὀφείλεται εἰς τὴν ἔλλειψιν τοῦ ἀπείρου” (VIII, 30). Ἀλλὰ καὶ ἐξ ἄλλου “ἡ ἀπελπισία τῆς δυνατότητος (ἄπειρον) ὀφείλεται εἰς τὴν ἔλλειψιν τῆς ἀναγκαιότητος (πεπερασμένον)” (VIII, 32).

     Ἡ ἀγωνία δὲν πρέπει νὰ ἐννοηθῇ ὡς ἀποτέλεσμα τῆς σκέψεως. (σελ. 66.)

 

 

 

................................................................................................................

       Ἡ σκέψη τῆς Ὑποστάσεως, τῆς Ὑπάρξεως ἀλλιῶς, εἶναι μία ἀντίδραση τῆς ἐρευνητικῆς σκέψης τοῦ ἀνθρώπου ἐναντίον τῶν ὑπερβολῶν τῆς φιλοσοφίας τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν πραγμάτων. Ἡ φιλοσοφία τῆς Ὑποστάσεως δὲν εἶναι κάτι τὸ ἐντελῶς καινούριο, ἀνάγεται στὶς σκέψεις ποὺ ἐκδηλώθηκαν στὴν ἀρχαιότητα π.χ. στὸν Σωκράτη, ὅπως θὰ δοῦμε σὲ ἄλλο μέρος.
      Παράδειγμα ἡ Ἐλευθερία: εἶναι ἕνας παραλογισμὸς τοῦ “Συστήματος” τοῦ Ἑγέλου. Τὸ Σύστημα δὲν ἀποδέχεται τὴν Ἐλευθερία. Χωρὶς τὴν Ἐλευθερία, ὅμως, δὲν ὑπάρχει Ἐκλογή, εὐθύνη, ἐνοχή, δὲν ὑπάρχει Χριστιανισμός, γενικὰ δὲν ὑπάρχει Ἄνθρωπος.

 

................................................................................................................................

Critical Expropriated Philosophical Memes for Intellectually Flâneur Teens

"Anxiety is the dizziness of freedom"

"το άγχος είναι η ζάλη της ελευθερίας"

 

::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::

Ἐλευθερία: La route de la Liberte, Sartr-Kierkegaard

Οἱ δρόμοι πρὸς τὴν Ἐλευθερία

       Στὴν τριλογία του "La ruete de la Liberte" ὁ Sartr παρουσίαζε τὴν "ναυτία", ὡς σύνδρομο τοῦ ἀδιεξόδου τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου.

::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::

"The ingenuity of Kierkegaard's concept of freedom is that, without reducing this process to one of arbitrary choices, it gives freedom a place even in the deepest or ultimate core-narrative out of which the person-as-narrative-character partially writes itself (in negotiation with the tactical limitations of nature and the intersecting narratives of its multiples social contexts). Thus this core-narrative is not random, but it is not a fixed 'essence' either. Even at the ultimate level of personal identity, we do not simply play out a predefined role." ("Towards an Existential Virtue Ethics" by Davenport)

::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::

From Rev. Martin Luther King Jr.’s sermon “Pilgrimage to Nonviolence” (1960): ‘finite freedom’

       “My first contact with [existentialism] came through my reading of Kierkegaard and Nietzsche. Later I turned to a study of Jaspers, Heidegger and Sartre. All of these thinkers stimulated my thinking; while finding things to question in each, I nevertheless learned a great deal from study of them. When I finally turned to a serious study of the works of Paul Tillich I became convinced that existentialism, in spite of the fact that it had become all too fashionable, had grasped certain basic truths about man and his condition that could not be permanently overlooked.
“Its understanding of the ‘finite freedom’ of man is one of existentialism's most lasting contributions, and its perception of the anxiety and conflict produced in man's personal and social life as a result of the perilous and ambiguous structure of existence is especially meaningful for our time. The common point in all existentialism, whether it is atheistic or theistic, is that man’s existential situation is a state of estrangement from his essential nature. In their revolt against Hegel’s essentialism, all existentialists contend that the world is fragmented. History is a series of unreconciled conflicts, and man’s existence is filled with anxiety and threatened with meaninglessness. While the ultimate Christian answer is not found in any of these existential assertions, there is much here that the theologian can use to describe the true state of man’s existence.”

:

 

.


Συνδεθείτε

Άλμπουμ - Κατηγορίες

Φωτο - Αλμπουμ