Μονισμός-Πανθεϊσμός, Δυαδισμός (Δυϊσμός), Μανιχαϊσμός,
Monismus, Dualismus, Manichaismus
Ἑγελειανὴ Φιλοσοφία, Μέθοδος-Σύστημα κ.λπ
Ἴσως κανεὶς δὲν γνώρισε τόσο καλὰ τὴν φιλοσοφία τοῦ Ἑγέλου καὶ δὲν κατανόησε τὶς συνέπειες τῆς φιλοσοφίας αὐτῆς ὅσο ὁ Κίερκεγκωρ καὶ κανένας δὲν ἄσκησε μεγαλύτερη, ἐξονυχιστικώτερη καὶ ἐξολοθρευτικώτερη κριτικὴ ὅπως αὐτός. Συνίστατο δὲ ἡ κριτική του αὐτὴ σὲ δύο σημεῖα: τὸ πρῶτο ἦταν ἡ Μεσολάβηση ἤ Παρέμβαση (Mediation) τοῦ Εγέλου καὶ τὸ δεύτερο ἦταν τὸ Σύστημά του.
A. Μεσολάβηση (Mediation)
B. Τὸ Σύστημα
..............................................................................................
Ὅσον ἀφορᾶ τὴ σχέση μεταξύ δυϊσμοῦ και μονισμοῦ, πρβλ. Dr. Søren Holm, Grundtvig und Kierkegaard, σελ. 24, φαίνεται νὰ ὑπάρχει μιὰ ἀσάφεια στὴν Λουθηρανικὴ δογματικὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ, καὶ αὐτὴ ἡ ἀσάφεια ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι δὲν κατέστη δυνατὸν νὰ διατυπωθεῖ μιὰ ἀντίθεση μεταξὺ ἐκείνων τῶν παραγόντων ποὺ θὰ ἀπέφευγαν τὴν ἐμφάνιση τοῦ δυϊσμοῦ· ἀλλά, ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἐὰν θὰ ἤθελε κάποιος νὰ ἐξαλείψει αὐτὸν τὸν δυϊσμό, θὰ ἀναγκαζόταν ἐκὼν ἄκων νὰ ἐκφράσει τὸν Χριστιανισμὸ σὲ ἕνα μονισμὸ πού, ὡς συνέπεια, συχνὰ ἀπειλεῖ νὰ μετατραπεῖ σὲ ἕναν Σπινοζικὰ χρωματισμένο πανθεϊσμό, ποὺ λέει ὅτι ὅλα εἶναι «hen kai pan - ἕν καὶ πᾶν», «ἕνα καὶ τὰ πάντα». Ἀπὸ τοὺς ὅρους τῆς παραδοσιακῆς Λουθηρανικῆς θεολογίας, τὸ πρόβλημα δυϊσμός – μονισμὸς εἶναι πραγματικὰ ἄλυτο. Ὡστόσο, ὁ Grundtvig καὶ ὁ Κίερκεγκωρ κατέβαλαν καὶ οἰ δύο κοινὴ προσπάθεια νὰ αντιμετωπίσουν τὸν μονισμὸ μὲ τὴν ἰσχυρότερη δυνατὴ ἀντίσταση. Καὶ οἱ δύο ὁμολογοῦν, πώς θέλουν νὰ πλησιάσουν σὲ ἕναν δυϊσμό.
Ἡ ἀρχὴ τῆς ἀντίφασης (principium contradictionis),
ἡ Ἑγελειανὴ “διαπραγμάτευση” ἤ “διαμεσολάβηση” (Mediation)
καὶ ἡ Ἑγελιανὴ Μέθοδος-Σύστημα
Αὐτὸ σημαίνει, στὴ γλῶσσα τῆς ἐποχῆς τῆς δράσης τους, ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἦσαν καὶ οἱ δύο, Grundtvig und Kierkegaard, ἀντίπαλοι τῆς ἑγελιανῆς φιλοσοφίας. Ἡ ὑποστηρίζουσα ἰδέα αὐτῆς τῆς φιλοσοφίας ἦταν ἡ ἀποκαλούμενη “διαπραγμάτευση” ἤ “διαμεσολάβηση” σὲ ἐκεῖνες τὶς ἀντιθέσεις ποὺ ἐξαπλώνονται στὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς ὕπαρξης. "Πλαίσιο, Σχῆμα" αὐτῆς τῆς φιλοσοφίας, ἡ ὁποία ἔφερε ἐπίσης σὲ συζήτηση τὴ σκέψη καὶ τὴν ὕπαρξη, ἦταν τὸ περίφημο τριμερές: Θέση (τὸ Θετικό, τό, ἠθικὰ θεωρούμενο, "καλό"), Ἀντίθεση (ἀρνητικό, ἠθικὰ τὸ "κακό" καί, ἱστορικά, βρίσκει τὴν ἔκφρασή του στὰ "δεινά" στὶς "συμφορές") καὶ Σύνθεση (ἀνώτατη ἕνωση) τῶν δύο προηγούμενων).
Ἀλλά, ἀπὸ τήν, λογικὰ θεωρούμενη, ἀναγκαία ἐξέλιξη τῆς Θέσης πρὸς τὴν Ἀντίθεση, ἡ Σύνθεση, ὡς σύνθεσης τῶν δύο ἀντίθετων, εἶναι, ὡς τὸ ἐξίσου ἀπαραίτητο ἀποτέλεσμα, ἡ ἀνωτάτη ἕνωση τῶν δύο προηγούμενων.
Ἡ Σύνθεση, ὅπως καὶ ἡ Θέση, ἐκφράζει τὸ θετικὸ ἢ τὸ καλό· ἀλλὰ τὸ καλὸ ἔχει ἐπιτύχει ἐδῶ ἕναν ὑψηλότερο βαθμὸ ἢ τελειότητα ἀπὸ ὅ,τι στὴ Θέση, καὶ ἡ προϋπόθεση γιὰ αὐτὸν τὸν ὑψηλότερο βαθμὸ ἦταν ἀκριβῶς ἡ Ἀντίθεση ἤ ἀλλιῶς τὸ κακό, καὶ ἡ, θυγατρική, ταλαιπωρία, ἡ ὁποία εἶναι ἐξίσου ἀπαραίτητη καὶ ἀναμφισβήτητη προϋπόθεση γιὰ τὴν εὐημερία καὶ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ καλοῦ στὸν κόσμο. Ἡ Ἀντίθεση, τὸ κακὸ ἢ ὁ πόνος, εἶναι γιὰ τὸν Ἕγελο "ἡ πανουργία, ὁ δόλος τῆς ἰδέας", καί, ὡς τέτοια, εἶναι μιὰ ἀπαραίτητη παράκαμψη ποὺ πρέπει νὰ κάνει ἡ ἱστορία, ἔτσι ὥστε ἡ ἀνάπτυξη νὰ μπορεῖ νὰ προχωρήσει πρὸς τὰ ἐμπρὸς καὶ πρὸς τὰ ἐπάνω. Αὐτὸ σημαίνει, ὡστόσο, ὅτι ἡ ἀντίθεση ἀνάμεσα στὸ καλὸ καὶ τὸ κακὸ δὲν εἶναι ἀπόλυτη. Εἶναι ἁπλῶς σχετική· ἀλλά, αὐτὸ μὲ τὴ σειρά του σημαίνει ὅτι τὸ κακὸ ἔχει μιὰ ἀπαραίτητη θέση στὴ συνολικὴ οἰκονομία τῆς ὕπαρξης, ὅπου δὲν εἶναι καθόλου περιττή. Ὁ Goethe ἔχει ἐκφράσει τὸ θέμα, στὸ πρῶτο μέρος τοῦ «Φάουστ», μὲ ἕναν τρόπο ποὺ ἀντανακλᾶ πολὺ καλὰ τὴ σκέψη τοῦ Ἑγέλου, ὅπου ὁ Μεφιστοφελής, ὁ ὑπερθετικὸς τοῦ κακοῦ, χαρακτηρίζεται «Μέρος ἐκείνης τῆς δύναμης, ἡ ὁποία θέλει πάντα τὸ κακὸ καὶ πάντα δημιουργεῖ τὸ καλό.“
Ἡ συνέπεια αὐτοῦ μπορεῖ νὰ εἶναι μόνο ὅτι τὸ κακὸ ἔρχεται ὡς ἀπαραίτητο στοιχεῖο στὴ Φύση ἢ τὴν Οὐσία τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ Κύριος ὁ Θεὸς μπορεῖ, ὡς ἐκ τούτου, νὰ πεῖ στὸν Μεφιστοφελή: «ποτὲ δὲν ἔχω μισήσει τὸ εἶδος σου, τοὺς ὅμοιούς σου.»
Ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ κακοῦ ἐδῶ εἶναι πραγματικά, ὅπως στὸ βιβλίο τοῦ Ἰώβ, ἕνας ἀπὸ τοὺς "γιοὺς τῶν θεῶν", ποὺ κινοῦνται μπροστὰ στὸ πρόσωπο τοῦ Ἱεχωβά.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἐνάντια σὲ αὐτὸ διαμαρτύρεται ὁ Κίερκεγκωρ πιὸ βίαια.
Ὁ εὐρωπαϊκὰ γνωστός Δανός καθηγητής καὶ ἀργότερα ἐπίσκοπος H. L. Martensen, ὁ ὁποῖος ἐπηρεάστηκε ἔντονα ἀπὸ τὸν Ἕγελο καὶ τὸν Jakob Böhme, στὰ ἀπομνημονεύματά του, ἐξηγεῖ πὼς... Ἡ κύρια ἀντίφαση εἶναι ἡ ἀντίθεση ἀνάμεσα στὴ σκέψη καὶ τὴν ὕπαρξη – πού, ἀκριβῶς στὴν φιλοσοφία τοῦ Ἑγέλου δὲν εἶναι μιὰ ὁριστικὴ ἤ αποφασιστικὴ ἀντίθεση, ἐπειδὴ ἡ σκέψη καὶ ἡ ὕπαρξη εἶναι, οὐσιαστικά, ταυτόσημες μεταξύ τους. (Γι' αὐτόν, ὑπῆρχαν ἀντίθετα ποὺ ποτὲ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ δεχθοῦν διαμεσολάβησης.) (Εἰρήσθω ἐν παρόδῳ ἡ ρήση τοῦ Καρτεσίου: σκέφτομαι, ἄρα ὑπάρχω.)
Διαμεσολάβηση - Mediation
Ἡ ἀρχή τῆς ἀντιπαράθεσης (principium contradictionis) ἤ ἡ ἀρχή τῆς ἀντίφασης τῆς παλαιᾶς ὀρθολογικῆς φιλοσοφίας.
Ἡ ἀρχὴ τῆς ἀντιπαράθεσης ἤ ἡ ἀρχὴ τῆς ἀντίφασης, τῆς παλαιᾶς ὀρθολογικῆς φιλοσοφίας:
Τὸ Α εἶναι εἴτε B, εἴτε
Τὸ Α δὲν εἶναι B.
Δὲν ὑπάρχει τρίτη πιθανότητα.
Ἡ ἀντίθεση μεταξύ Β καὶ μὴ Β εἶναι ἀπόλυτη.
Ἀλλά ὅμως αὐτὴν τὴν ἀπόλυτη ἀντίθεση ὁ Ἕγελος πίστευε ὅτι μπορεῖ νὰ τὴν ξεπεράσει με τη βοήθεια τῆς «διαμεσολάβησης» καὶ ὁ Schelling πίστεψε ὅτι τὴν ξεπέρασε μέσω τῆς ἐπονομαζόμενης φιλοσοφίας του τῆς ταυτότητας ἡ ὁποία πρέσβευε ὅτι Πνεῦμα καὶ Ὕλη εἶναι στὸν τελευταῖο βαθμό-τελεσιδίκως ἔκφραση τοῦ ἰδίου πράγματος, ἕνα καὶ τὸ αὐτό. Το Πνεῦμα εἶναι ἡ Οὐσία τῆς Ὕλης καὶ ἡ Ὕλη εἶναι ἡ ἐξωτερικὴ μορφὴ τοῦ Πνεύματος, ἀλλὰ καὶ ἀλλὰ καὶ οἱ δύο βασίζονται σὲ κάτι κοινό, ποὺ εἶναι Θεὸς ἤ τὸ Ἀπόλυτο. Ὁ Ἕγελος ἀργότερα χρησιμοποίησε τὴ φράση ὅτι τὸ ἐξωτερικό εἶναι τὸ ἐσωτερικό. Ἡ ταυτότητα τοῦ πνεύματος καὶ τῆς ὕλης ἦταν ἑπομένως, γιὰ τὸν Schelling, ὁ θεὸς τοῦ Πανθεϊσμοῦ, ποὺ δὲν εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν Ὕπαρξη (Dasein) ἤ εἶναι μέρος της, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα εἶναι ταυτόσημη μὲ τὴν ἴδια τὴν Ὕπαρξη- Dasein, καὶ ὡς ἐκ τούτου περιέχει ὅλα τὰ ἀντίθετα μέσα στὴν οὐσία της. Κατά συνέπεια, ὁ Ἕγελος δίδασκε ἕναν λογικό πανθεϊσμό, ποὺ ἀντιλαμβάνεται τὸν Θεὸ ὡς τὸν κοσμικὸ λόγο, ὁ ὁποῖος ἀναπτύσσεται κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἱστορίας, ἐνῶ ὁ Θεὸς τοῦ Ὑλικοῦ Πανθεϊσμοῦ (Naturpantheismus) (Σπινόζα) πολύ νωρίτερα γίνεται τὸ "φυσικὸ ἔδαφος". . Ἑπομένως, ἐὰν ὁ Πανθεϊσμός τοῦ Ἑγέλου ἦταν λογικός, τότε ὁ Πανθεϊσμός τοῦ Schelling ἦταν Κοσμικός.
Ὁ Κίερκεγκωρ ἦταν ἕνας πραγματικὸς δυαδιστής. Ἡ ἀρχὴ τῆς ἀντίφασης διατηρήθηκε. Αὐτὴ ἐξακολουθεῖ νὰ διακατέχεται ἀπὸ τὸ ἀναμφισβήτητο κῦρος της· διότι εἶναι ἀδιανόητο πῶς μπορεῖ νὰ εἰσέλθει ἡ “Κίνηση” στὴν λογική, ἡ ὁποία εἶναι, ἀπὸ τὴ φύση της, στατική· ἀλλὰ ὁ Ἕγελος πίστευε ἀκριβώς ὅτι ἔχει εἰσαγάγει τὴν “Κίνηση” στὴ λογική, ἐπειδὴ παρουσιάζει τὴν Θέση νὰ περνάει στὴν Ἀντίθεση καί, μὲ τὴ σειρά τους, οἱ δύο αὐτὲς μαζί στὴν Σύνθεση. Ὁ Κίερκεγκωρ θεωρεῖ τὶς λογικὲς ἔννοιες ὡς κάτι καθαρὰ στατικὸ καὶ ἀμετάβλητο. Ἕνας Ὄρος περιέχει ὅ,τι περιέχει, καὶ τίποτα περισσότερο, καὶ ἄν κάποιος πιστεύει, παρόλα αὐτά, ὅτι εἶχε "μετακινηθεῖ” ἀπὸ ἕναν στατικὸ Ὄρο σὲ μιὰ δυναμική κίνηση, ἔχει κάνει τὸν ἑαυτό του ἔνοχο μιᾶς δόλιας πράξης ἤ ὅπως λέγεται στὴ φιλοσοφικὴ γλῶσσα, μιᾶς subreption (ἐξαγωγὴ συμπερασμάτων, ἀποκτημένων μὲ πονηριά, βασισμένων σὲ ἀναπόδεικτα καὶ ἐκτὸς πραγματικότητας ἐπιχειρήματα). ...Ὁ Κίερκεγκωρ τόνισε ὅτι ὑπάρχουν ἀντίθετα ποὺ δὲν μποροῦν νὰ διαμεσολαβηθοῦν οὔτε σὲ ὅλη τὴν αἰωνιότητα.
Αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη δυαδική, δυϊστικὴ ἀντίδραση, ποὺ ὁ Κίερκεγκωρ ἀντιπαρέταξε στὸν μονισμό, διότι ὁ Mονισμὸς εἶναι ἡ λογικὴ συνέπεια τῆς διαμεσολάβησης. Στὴ συνέχεια, ὅμως ὁ Κίερκεγκωρ ἤγειρε πράγματι διαμαρτυρία ἐναντίον τοῦ φιλοσοφικοῦ «Συστήματος» τοῦ Ἑγέλου, καὶ αὐτὴ ἡ διαμαρτυρία προέρχεται στην πραγματικότητα ἀπὸ τὸν δυϊσμὸ τοῦ Κίερκεγκωρ. Ὁ ὁπαδοὶ τοῦ Ἑγελιανισμοῦ, λέει ὁ Κίερκεγκωρ, μιλοῦν πάντα μὲ τακτοποιημένες ἀποχρώσεις περὶ τοῦ «συστήματος». Ἂν καὶ παραδέχονται ὅτι δὲν εἶχε ἀκόμη ὁλοκληρωθεί, ἀλλὰ σύντομα θὰ εἶναι ἕτοιμη, ἴσως καὶ τὴν Κυριακή, ἢ τοὐλάχιστον σὲ τρεῖς ἑβδομάδες. Ἂν βρεθεί ἕνα μικρὸ πράγμα, τὸ ὁποῖο δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ἐνταχθεῖ στὸ σύστημα, τότε θὰ στεγασθεῖ σὲ μιὰ ὑποσημείωση, καὶ κατὰ τὴν ἐνσωμάτωσή του, τὸ σύστημα θὰ εἶναι ἕτοιμο!
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν διασκεδαστικὴ παρατήρησή του ὁ Κίερκεγκωρ συνεχίζει
τὴν κριτική του. Ἕνα σύστημα πρέπει, σύμφωνα μὲ τὸ νόημα τῆς λέξης σύστημα, νὰ εἶναι ὁλοκληρωμένο καὶ ἕτοιμο σύστημα, καὶ ἕνα σύστημα, ποὺ δὲν εἶναι ἕτοιμο, δὲν εἶναι ἀποτελεῖ κανένα σύστημα, ἀλλὰ πρόκειται ἀπλῶς γιὰ φλυαρία. Τώρα, ὅμως, τὸ σύστημα δὲν εἶναι ἕτοιμο, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει, ἐπειδὴ ἕνα φιλοσοφικὸ σύστημα πρέπει νὰ περιλαμβάνει τὸ σύνολο τῆς ὕπαρξης, ἀλλὰ ἡ ὕπαρξη, ὡς τέτοια, δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιπροσωπεύει κάτι τὸ κλειστό, τὸ τελειωμένο. Δὲν εἶναι στατική, ἀλλὰ εἶναι δυναμική, καὶ συνεχίζει περαιτέρω, ἀκόμα κι' ἂν ὁ δημιουργὸς τοῦ φιλοσοφικοῦ συστήματος ἔχει ἐπιτρέψει στὸν ἑαυτό του νὰ διανθίσει, νὰ καταλάβει ἕνα σύστημα μὲ μιὰ τελεία. Τὴν ἴδια προσέγγιση, ὅσον ἀφορᾶ στὴν ὕπαρξη, ὑποστήριξε ἀργότερα ὁ Henri Bergson στὴν διάκρισή του μεταξὺ τοῦ χρόνου ὡς le temps ἢ ἀφηρημένου χρόνου, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ μετρηθεῖ σὲ ἀριθμοὺς καὶ τοῦ χρόνου ὡς la durée ἢ τοῦ συγκεκριμένου, τοῦ βιωμένου χρόνου, δηλ. τῆς διάρκειας, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ καθοριστεῖ σὲ ὁποιαδήποτε φόρμουλα.
................................................................................................
Ἡ οἰκεία ἐμπειρία τῆς χρονικότητας εἶναι μιὰ ἐμπειρία, κάτι τὸ διαφορετικὸ ἀπὸ τὸν χρόνο, εἶναι ἡ ἐμπειρία ἑνὸς πιὸ οὐσιαστικοῦ ἐπιπέδου ὕπαρξης, ποὺ ὁ Μπέργκσον καλεῖ διάρκεια. Αυτὴ δὲν εἶναι μιὰ ἔννοια, μιὰ μεταφυσικὴ ἔννοια. Γιὰ τὸν Bergson, μιὰ νέα ἐμπειρία εἶναι μιὰ μεταφυσικὴ ἐμπειρία, τελικὰ μιὰ μυστικιστικὴ ἐμπειρία. «Αἰσθάνομαι τὸν ἑαυτό μου νὰ συνεχίζω νὰ ἐπιστρέφω στὸ χρόνο ὡς μιὰ δημιουργικὴ ἐσωτερικὴ ἐνέργεια, ἀπολύτως πραγματική, ψυχική, συμπυκνώνοντας ὅλο τὸ παρελθὸν ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ταυτότητά μου καὶ δημιουργώντας ἕνα μέλλον, μὲ ἕνα χαρακτηριστικὸ ρυθμὸ σὲ αὐτὴ τὴ ροὴ συνείδησης, ἕνα αἴσθημα διάρκειας.»
(Ὁ Καζαντζάκης ἄκουγε συχνὰ τὶς διαλέξεις τοῦ Μπερκσόν, μέχρι ποὺ τὶς βαρέθηκε, διότι στὸ περιεχόμενο τῶν διαλέξεως ἔλειπε τὸ πάθος, «ἡ πληγή, τὸ αἷμα, ὁ μέγας ἀναστεναγμός, ποὺ γοητεύει τὴ νιότη· καὶ ξαναπήγαινα κάτω ἀπὸ τὶς καστανιές νὰ συναντήσω τὸν ἄλλο, αὐτὸν ποὺ πλήγωνε» (Ἀσκητική). Τὸ πάθος εἶναι τὸ κλειδὶ τῶν ἀναζητήσεων καὶ τοῦ Κίερκεγκωρ)
Περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὸν Μπεργκσόν, τὸν χρόνο καὶ τὴν διάρκεια:
- https://youtu.be/ztruZVkMoek Einsten and Bergson on Time
- https://youtu.be/0326lMlhmf0 Bergson's Holographic Theory - 3 – Time, scales, subject and object.
- https://youtu.be/9qqaHGUiew4 Martin Hägglund: The Trace of Time and the Death of Life: Bergson, Heidegger, Derrida.
.........................................................................................
Ὡς κάτι τὸ δυναμικό, τὸ Εἶναι, ἡ Ὕπαρξη, εἶναι ἔκφραση γιὰ μιὰ Κίνηση, ἐνῶ ἡ λογικὴ εἶναι στατική. Εἶναι ἀδύνατο νὰ εἰσάγει κανεὶς Κίνηση στὴν Λογική, διότι τότε θὰ τὴν ἔκανε Δυναμική, καὶ Ὅροι, Ἔννοιες δὲν μποροῦν νὰ γίνουν ὁτιδήποτε ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἶναι. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν κριτικὴ ὁ Κίερκεγκωρ μπορεῖ νὰ διατυπώσει τὴν κύρια φιλοσοφικὴ θέση του, ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἑξῆς: Εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει ἕνα σύστημα τῆς Σκέψης· ἀλλὰ γιὰ κανένα Ὑπάρχων Πνεῦμα δὲν ὑπάρχει ἕνα σύστημα τοῦ Εἶναι. Οἱ Ὅροι εἶναι ἀπὸ τὴ φύση τους αἰώνιοι, και ἀπὸ πάντα, a priori, ἀκριβῶς ὅπως εἶναι ὁ Θεός. Ἀνήκουν στὴν κατηγορία τῆς ὕπαρξης καὶ ὄχι στὴν κατηγορία τῆς προέλευσης-γέννησης-ἐμφάνισης, ἀνήκουν στὴν οἰκογένεια τῆς Αἰωνιότητας καὶ ὄχι τῆς Ἱστορίας, ἀκριβῶς ὅπως ὁ Θεὸς εἶναι αἰώνιος καὶ δὲν ἔχει καμία ἱστορία. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἦταν πράγματι τὸ σφάλμα τῆς ἑγελιανῆς φιλοσοφίας, ὅπως ἀκριβῶς ἦταν τὸ λάθος στὴ φιλοσοφία τοῦ Σπινόζα, ὅτι ἡ σκέψη καὶ ἡ πραγματικότητας συγχέονται μεταξύ τους ἢ τὸ ratio ταυτίζεται μὲ τὴν causa, ἡ Λογικὴ ἐξήγηση μὲ τὴ φυσικὴ αἰτία.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν κριτική, ὁ Κίερκεγωρ παρουσιάζει τὸ δικό του φιλοσοφικὸ ἐπίτευγμα, ποὺ ἔχει ἤδη ὑπονοηθεῖ στὰ ἀμέσως προηγούμενα, μὲ τὴ λέξη «ὑπάρχον».
Ἡ φιλοσοφία τοῦ Κιερκεγκωρ εἶναι ἡ ὑπαρξιακὴ φιλοσοφία ἤ ἡ φιλοσοφία τῆς ὕπαρξης, ἡ ὁποία θέτει τὴν συγκεκριμένη ὕπαρξη πρὶν ἀπὸ τὴν ἀφηρημένη σκέψη.
Ὁ Ἑγελιανισμὸς ἦταν πέρα γιὰ πέρα διανοητικός· ἀλλὰ στὴ διανόηση ὁ Κίερκεγκωρ ἀντιπαρατάσσει τὸ ὑπαρξιακό - οἱ λέξεις ὑπαρξισμὸς καὶ ὑπαρξιστικὸς δὲν βρίσκονται στὸν Κίερκεγκωρ, στὰ ἔργα του, ἀνήκουν στὸν 20ὸ αἰῶνα - στὸν ἐπιστημονισμὸ ἀντιπαρατάσσει τὸ παράφορο, τὸ πάθος «τὴν πληγή, τὸ αἷμα, τὸν μέγα ἀναστεναγμό». (Καζαντζ. Ἀσκητική) ("Τὸ πάθος εἶναι τὸ συνεχὲς ἅλμα πρὸς τὴν ύπαρξη ποὺ ἐξηγεῖ τὴν κίνηση, ἐνῶ ἡ διαμεσολάβηση εἶναι μιὰ χίμαιρα ποὺ ἔχει σκοπὸ νὰ ἐξηγήσει τὰ πάντα...” “Φόβος καὶ Τρόμος” ). Ὡς εἰσαγωγικὸ γνωμικὸ γιὰ τὸ «Εἴτε-Εἴτε», παραθέτει λίγα λόγια του Άγγλου ποιητή Edward Young, "Νight Troughts", IV, 629: Βαπτίστηκε λοιπὸν ἡ Λογικὴ μόνη της, εἶναι εἰδωλολάτρες τὰ πάθη; "Are passions then the pagans of the soul? Reason alone baptized?", καὶ αὐτὲς οἱ λέξεις μποροῦν νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ νὰ χαρακτηρίσουν τὴ φιλοσοφία τῆς ζωῆς κατὰ τὸν Κίερκεγκωρ ὡς σύνολο.
Ὁ Κίερκεγκωρ χρησιμοποιεῖ τὴ λέξη "Ὑπάρχει" στὴν ἰδιαίτερη σημασία της. Δὲν εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὸ “Εἶναι”. Ὁ Θεὸς δὲν ὑπάρχει, ὁ Θεὸς “Εἶναι”, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα "ὑπάρχον πνεῦμα". “Ὑπάρχειν” σημαίνει νὰ ἐπιδιώκει κανείς, νὰ βρίσκεται σὲ ἐξέλιξη, νὰ βιώνει τὴ ζωὴ πρὸς τὰ ἐμπρός, ἐνῶ ὁ διανοούμενος δὲν φαίνεται νὰ μπορεῖ νὰ θυμηθεῖ τί σημαίνει ζωή. Θέλει ἁπλῶς καὶ μόνον νὰ καταλαβαίνει· δὲν μποροῦμε ποτὲ νὰ καταλάβουμε στραμμένοι πρὸς τὴν κατεύθυνση τοῦ μέλλοντος, παρὰ μόνο πρὸς τὰ πίσω.
Ζωὴ σημαίνει νὰ εἴμαστε στραμμένοι πρὸς τὸ μέλλον, νὰ ἐνεργοῦμε πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς ὁλοκλήρωσης, τῆς ἐπιτυχίας τῆς δράσης ποὺ ἐπιλέξαμε, χωρὶς νὰ γνωρίζουμε τὸ τελικὸ ἀποτέλεσμα. Ἑπομένως, ὕπαρξη σημαίνει ἐπιλογὴ μὲ κίνδυνο, ἀλλά ταυτόχρονα ἐπιλογὴ μὲ πίστη. Κάποιος ἐπιλέγει νὰ ἀντιληφθεῖ καὶ νὰ πραγματοποιήσει στὴν χρονικότητα τὰ αἰώνια, τὰ αἰώνια στὰ πλαίσια τῆς χρονικότητας. Ὁ σκοπὸς τῆς ἐκλογῆς εἶναι νὰ ἐκφράσει τὸ αἰώνιο ἤ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο τῆς χρονικότητας καὶ μάλιστα ὑπὸ τὶς συνθῆκες ἐκφραστικοῦ περιορισμοῦ.
Ὅπως καὶ στὴν ἀντίληψη τοῦ Θεοῦ ὡς “Ὄντος” καὶ ὡς “Ἀνύπαρκτου” συναντᾶμε ἐπίσης σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο στὸν Κίερκεγκωρ ἕνα κομμάτι Πλατωνισμοῦ, καὶ ἔτσι βρίσκεται σὲ ἔντονη ἀντίθεση μὲ τὸν νεότερο ὑπαρξισμό, ὅπως ἐμφανίστηκε στὸν J.-Paul Sastre. Γιὰ τὸν Κίερκεγκωρ εἶναι σημαντικὸ νὰ πραγματιτοποιήσουμε τὸ ἰδανικὸ ἢ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ στὰ πλαίσια τῆς Ὕπαρξης.