KierkegardHeader

 

"Καὶ σίγουρα ὁ φόβος τῆς τιμωρίας μετέβαλε τὸν ἁμαρτωλὸ σὲ ἕναν ὑποκριτή, ὁ ὁποῖος, στὸ ἀπεχθὲς διπλὸ πνεῦμα τῆς ὑποκρισίας, ἔκανε μιὰ ἐπίδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ...ἀλλὰ ποτὲ δὲν τὸ ἔκανε μὲ καθαρὴ καρδιά." Zach Gehring. Ἡ ἀγνότητα τῆς καρδιᾶς δὲν εἶναι αὐτόματη μὲ τὴν ἔνταξη στὴν ἐκκλησία.

Ὅ φόβος, ἡ ἀπελπισία μπροστὰ στὸν θάνατο γενικά ἤ στὸν φόβο τῆς αἰώνιας τιμωρίας, σπρώχνει τὸν ἄνθρωπο στὴν "κατὰ συνθήκη" πίστη στὸν Θεό. Στὸν Χριστό ὅμως; Ἡ ἱστορικὴ ἀντίληψη τοῦ Χριστοῦ ἐνοχλεῖ τὴ λογική. Ἡ μόνη λύση, προτείνει ὁ Κίερκεγκωρ, πρέπει νὰ εἶναι ἡ προσέγγιση τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη του. ("Οχι μέσῳ τῆς Φυσικῆς Θεολογίας π.χ. μέσῳ τῆς ὀμορφιᾶς τῆς φύσης, τοῦ σύμπαντος κλπ.) Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἔσπασε τὸ φτάγμα τῆς αἰωνιότητας - χρονικότητας καὶ ἔγινε ἄνθρωπος. (Παίρνοντας, ἐπίτηδες τὴν μορφὴ τοῦ δούλου, στὸ Inkognito, στὸ Παράδοξο).

Σὲ ἕναν συντομευμένο συλλογισμό: Τὸ Παράδοξο εἶναι ὁ κωδικός, τὸ σύνθημα γιὰ τὴν προσέγγιση ἤ τὴν πλεύση στὴν ἀγγαλιὰ τῆς Ἀγάπης. Καὶ ἡ Ἀπόλυτη Ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός. Ὁ Χριστός.

Ἡ Ἀγάπη εἶναι κρυμμένη-καλύπτεται στὸ Παράδοξο. Καὶ ἀποκαλύπτεται ἐντονότατα στὸν Χριστό, διότι ἦταν ἀθῶος.

Ἡ θεότητα τοῦ Χριστοῦ εἶναι γιὰ τὸν Κίερκεγκωρ αὐτονόητη, ἀκόμα καὶ στὴν ἱστορική ἀντίληψη …τὴν ἐνοχλητική, καὶ εἶναι ὁ στόχος τῆς διδασκαλίας τοῦ Παράδοξου, αὐτὸν τὸν Χριστό «νὰ τὸν φέρει ὅσο τὸ δυνατὸν βαθύτερα στὴν ἀνθρωπότητα».

 

Ἡ ἔννοια τοῦ Παραδόξου.

Τὸ ψηλότερο Παράδοξο τῆς σκέψης: τὸ Παράδοξο τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ

Α) Τὸ Παράδοξο τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ

Β) Τὸ Παράδοξο τῆς σκέψης: «Διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ὑπέρτατο παράδοξο τῆς σκέψης, τὸ νὰ θέλει νὰ ἀνακαλύψει κάτι, τὸ ὁποῖο, τὸ ἴδιο, δὲν μπορεῖ νὰ σκεφτεῖ.
Dette er da Tænkningens høieste Paradox, at ville opdage Noget, den ikke selv kan tænke. (SV IV s. 230)
Das ist denn des Denkens höchstes Paradox: etwas entdecken wollen, das es selbst nicht denken kann.»

Α) Ὁ Κ. ὀνομάζει τὸν Θεάνθρωπο, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ, ἐπειδὴ εἶναι τὸ ἀντικείμενο τῆς Πίστης. Τοῦτο ἑπομένως σημαίνει ὅτι ἡ θεότητα τοῦ Ἰησοῦ ἐξέρχεται κάθε μορφῆς γνώσης μὲ τὴ σημασία τῆς κατανόησης. Ἡ θεότητά του εἶναι «ἐδιάγνωστη», «ἀγνώριστη». Αὐτὸ τὸ «ἀγνώριστο» τοῦ Ιησοῦ δὲν σημαίνει ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ἕνας συνηθισμένος ἄνθρωπος, στὸν ὁποῖο δὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἀντιληφθεῖ ἀπολύτως τίποτε τὸ ἰδιαίτερο. Ἀντίθετα, μέσα ἀπὸ τὸ κήρυγμά του, τὰ θαύματά του, τὴν ἐν γένει δράση του, προξενοῦσε τὴν μεγαλύτερη δυνατὴ προσοχή. Ἐν τούτοις, ὅλα αὐτὰ τὰ ἰδιαίτερα δὲν ὑποχρεώνουν, δὲν ἀναγκάζουν σὲ διάγνωση τῆς θεότητας τοῦ Ιησοῦ. Καὶ αὐτὀ, ἐπειδὴ αὐτὰ εἶναι ποιοτικὰ ἀπείρως διαφορετικὰ ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινο μέγεθος. Ἡ Θεότητα τοῦ Ιησού ἀναγνωρίζεται μόνο μὲ τὴν πίστη, ἡ ὁποία στὴν συνάντηση μὲ τὸν Ἰησοῦ συνεπαρμένη ἀπὸ τὴν θεότητά του "ἀναγεννιέται" μέσω τῆς σχέσης τοῦ Ἰησοῦ μὲ τὸ Θεό. Ἀφ’ ἑτέρου, ἐμφανίζεται στὴν ἀνθρώπινη ἀντίληψη ὡς παράδοξο ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεάνθρωπος. Καὶ σ’ αὐτὸ ἐπίσης βρίσκει ἔκφραση τὸ γεγονὸς ὅτι σ’ αὐτὴ τὴ γνώση τῆς Πίστης βρίσκει τὰ ὅριά της ἡ λογική. Γιὰ τὸν μὴ πιστεύοντα εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ὡς τὸ Παράδοξο τοῦ Θεανθρώπου, τὸ παράλογο, τὸ ἀσυνάρτητο. Ὅμως γιὰ τὴν Πίστη εἶναι ἕνα πλούσιο, ζωντανὸ περιεχόμενο, ποὺ σημαίνει Σωτηρία καὶ Μακαριότητα.

Β) Παράδοξο: παρά καὶ δόξα. Κάτι τὸ ὁποῖο βρίσκεται ἐνάντια στὴν γενικὰ παραδεδεγμένη, πεπιστευμένη γνώμη, ἄποψη.
       Ὁ ὅρος τοῦ Παράδοξου εἶναι ὑψίστης σημασίας γιὰ τὸν Κίερκεγκωρ, καθόσον ἡ οὐσία τῆς θρησκευτικῆς σχέσης, τῆς σχέσης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, ἐντοπίζεται καὶ θεᾶται ἀπὸ αὐτὸν στὴν Παραδοξότητα, στὸ ὅτι ὁ Θεὸς πρέπει νὰ ἀποκαλυφθεῖ σὲ περιορισμένες ἀνθρώπινες ἐμφανίσεις, οἱ ὁποῖες ποτὲ δὲν μποροῦν νὰ ἀντιστοιχηθοῦν στὴν πραγματικότητά του ἤ ὅτι ὁ Θεός, ὁ «ἀδιαμεσολάβητος» πρέπει νὰ ἀποκαλυφθεῖ σὲ ὀντότητες ποὺ «προῆρθαν ἔμμεσα», ποὺ «γεννήθηκαν». Γεννᾶται λόγος γιὰ κάτι τὸ ἀπὸ τὴ φύση του ἀσυμβίβαστο.

..................................................................................

...Kierkegaards Abendmahlsreden der Versuch, Realpräsenz zu vollziehen (und nicht zu zitieren, zu fordern, zu beweisen etc.).

...Im Blick auf die klassische Christologie ebenso wie im Blick auf das Problem der historischen Jesusforschung, wie sie Kierkegaard in der ,Lessingfrage‘ der Philosophischen Brocken und der Nachschrift bereits zum Gegenstand einer kritischen Neufassung der Christologie gemacht hatte, lässt sich darüber hinaus fragen, ob nicht Paradoxchristologie und Zweinaturenlehre gleichermaßen durch die Christologie der Reden in neuem Licht erscheinen.

(γίνεται ἔρευνα γιὰ τὴν "κλασικὴ Χριστολογία", τὴν "Χριστολογία τοῦ Παραδόξου" τοῦ Κίερκεγκωρ στὰ κηρύγματά του. Περισσότερα θὰ ἀναφερθοῦν στὶς "Εποικοδομητικὲς Ὁμιλίες".

π.χ.

(Papirer X 5 B 115, Synderinden” 1850) („Ἡ πίστη σου “ Λουκ. 7,47) fælleskøn, genus commune, κοινὸ γραμματικὸ γένος (ἀρσενικοθήλυκο)

...hun gaaer heel op i Eet, ”Eet” er hendes Element (eet Ønske, een Tanke, o.s.v.), hun har overveiende Følelse og Lidenskab, hun har Hjerte, og fra Hjertet, udgaaer, i forskjellig Forstand, Livet.”

1 Petr. IV, 7,8: “Die Liebe wird decken der Sünden Mannigfaltigkeit“

Die Liebe decket auch der Sünden Mannigfaltigkeit“

Ὅτι ἡ ἀγάπη καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν”

Thi ”kærlighed skjuler en mangfoldighed af synder.” “

Mt 6, 24–34.

Vgl. Erbauliche Reden in verschiedenem Geist (1847),

Zweite Abtlg.; Christliche Reden (1848),

Erste Abtlg.; Die Lilie auf dem Felde und der Vogel unter dem Himmel. Drei fromme Reden (1849).

.............................................................................................................................

...ἡ ἀγάπη ποὺ καλύπτεται μέσα στὸ Παράδοξο.       ...Im Paradox verhüllenden Liebe (Das Prinzip des Helfers (Identität von Helfer und Hilfe). Die unbedingte Liebe und ihre geheime Passion ?)

...................................................................................

PARADOX. An apparent contradiction containing a truth, Paradox appears as an essential ingredient of Kierkegaard's presentation of religiousness and Christianity. The individual who would have to do with God is required to venture in faith, even though there is no objective, certain proof of God's existence. The first paradox of religious belief is thus the contrast or contradiction between the certainty of the person's commitment to the belief that there is a God (in the sense that the person persists in the commitment) and the element of objective uncertainty as to the existence of God. The individual is presented with something uncertain to be taken as if it were certain, If stated, the believer's paradox would read, "It is certain that God, whose existence is uncertain, exists," Within Christianity a further paradox centers on the assertion that the eternal, unchangeable God entered the realm of the temporal as the historical figure of Jesus, This is the paradox of "faith against the understanding," since it seems to contradict what is acceptable to reason, Here, the individual is treating as certain something that goes strongly against human reason. Another psychological paradox associated with faith against the understanding is the experience of the "good" person striving to live a godly life, The better the person, the more that person discovers sin in the self, Subjectivity is thus truth and untruth, Therefore, the striving Christian has to struggle at both an intellectual and a psychological level to follow the Christian path. The only real certainty provided is the continued striving of the individual. Where the intellectual striving is concerned, Kierkegaard's notion of "faith against the understanding" can be seen as on a par with the Zen koan, By burdening the intellect with something impossible, Kierkegaard, like the Zen master, drives the believer away from an intellectual prcoccupation with Christianity, See also ABSURD; OFFENSE. (Julia Watkin, Dictionary...)

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------


 

 

 

 π.χ. ([om Forskjellen mellem det objektive P., det socratiske P. og det christelige P. i Forhold til den evige Sandhed]) VI B 40,26 p.130.
περὶ τῆς διαφορᾶς μεταξὺ τοῦ ἀντικειμενικοῦ Παράλογου, τοῦ Σωκρατικοῦ Π. καὶ τοῦ Χριστιανικοῦ Π. σὲ σχέση πρὸς τὴν αἰώνια Ἀλήθεια.

---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Ἀντίφαση (Θαῦμα), Widerspruch (Kösel, 1694). Ὅρα καὶ «Παράδοξο» 
Dasein. Schelling unterscheidet scharf die „Existenz“ (d.h. dessen, was Kierkegaard „Dasein“ nennt) vom „Wesen“ . Das Wesen ist das dem Begriff Erschlossene, die Existenz (das Dasein) hingegen ist ein Blindseiendes, dem Begriff und Beweis Unzugängliches, vom Denken immer nur Vorauszusetzendes. Er nennt das Blindseiende das „Prius“.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

       Ἄλλο παράδειγμα χρήσης τοῦ Παράδοξου: Εἶναι τὸ πάθος τῆς σκέψης καὶ ὁ στοχαστὴς ποὺ εἶναι χωρὶς πάθος μοιάζει μὲ τὸν ἐρωτευμένο ποὺ εἶναι χωρὶς πάθος: ἕνας πολὺ μέτριος προστάτης. (Σ. Κίερκεγκωρ, «Φιλοσοφικά Ψιχία».)

=================================================================

       Ἀπὸ τὴν Ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας:

«Ἡ ζωὴ πῶς θνῄσκεις; πῶς καὶ τάφῳ οἰκεῖς; τοῦ θανάτου τὸ βασίλειον λύεις δέ, ... Ἰωσὴφ καὶ Νικοδήμῳ συστεῖλαί σε, τὸν ἀχώρητον ἐν μνήματι σμικρῶ» (Ἐγκώμια Μ. Παρασκευῆς)
«Ο αχώρητος παντί, πως εχωρήθη εν γαστρί;» (Ὕμνος τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων)
«...Εἶναι ἀκόμη ἡ χωρήσασα τὸν ἀχώρητον"
Ὁ ὑμνωδὸς διερωτᾶται θαυμαστικῶς: «Ο αχώρητος παντί πώς εχωρήθη εν γαστρί;»

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ "ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ Θ' ΩΔΗΝ"

http://www.i-m-patron.gr/i-m-patron-old.gr/keimena/koimisis/agioreitou.html
«... αγιωτάτη κοιλία σου όλον το τρίγωνον, ήγουν αυτήν την υπερούσιον και αχώρητον Τριάδα, με το να ... Πώς σώμα δια σώματος χωρεί, χωρίς καμμίαν διαφθοράν!»

Κράτα το

Κράτα το

Κράτα το


Συνδεθείτε

Άλμπουμ - Κατηγορίες

Φωτο - Αλμπουμ